Πως χρησιμοποιείται;
Πότε ζητείται?
Τι σημαίνει το αποτέλεσμα της εξέτασης?
Τι άλλο πρέπει να γνωρίζω?
Πώς χρησιμοποιείται?
Το επίχρισμα περιφερικού αίματος χρησιμοποιείται συνήθως για τον διαδοχικό έλεγχο (follow-up) μη φυσιολογικών αποτελεσμάτων γενικής αίματος. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για να βοηθήσει στη διάγνωση και/ή στην παρακολούθηση αρκετών παθολογικών καταστάσεων που επηρεάζουν τον πληθυσμό των κυττάρων του αίματος. Κάποτε «στρώνονταν»επίχρισμα αίματος σχεδόν για κάθε γενική αίματος. Με την ανάπτυξη πιο εξελιγμένων και πιο αυτοματοποιημένων οργάνων μέτρησης των κυττάρων του αίματος, ο αυτόματος προσδιορισμός των κυττάρων του αίματος είναι πλέον ρουτίνα. Παρόλα αυτά, αν το αποτέλεσμα του αυτόματου αναλυτή και/ή η διαφορική διάγνωση υποδεικνύει την παρουσία μη φυσιολογικών λευκών αιμοσφαιρίων (WBC), ερυθρών αιμοσφαιρίων (RBC), και/ή αιμοπεταλίων ή εάν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι υπάρχουν μη φυσιολογικά κύτταρα τότε γίνεται επίχρισμα αίματος. Η εξέταση ενός επιχρίσματος αίματος από ένα εκπαιδευμένο μάτι παραμένει η καλύτερη μέθοδος για την οριστική αξιολόγηση και ταυτοποίηση ανώριμων και μη φυσιολογικών κυττάρων.
Το επίχρισμα αίματος χρησιμοποιείται συχνά γα να κατηγοριοποιήσει και/ή να ταυτοποιήσει παθολογικές καταστάσεις που επηρεάζουν έναν ή περισσότερους τύπους κυττάρων του αίματος και για να τεθούν υπό παρακολούθηση οι θεραπείες για αυτές τις παθολογικές καταστάσεις. Υπάρχουν πολλές παθήσεις, διαταραχές και ανεπάρκειες που μπορούν να επηρεάσουν τον τύπο και τον αριθμό, τη λειτουργικότητα και το χρόνο ζωής των κυττάρων του αίματος Συνήθως μόνο τα ώριμα κύτταρα απελευθερώνονται στην κυκλοφορία, αλλά ορισμένες καταστάσεις μπορούν να διεγείρουν τον μυελό των οστών να απελευθερώσει ανώριμα και/ή μη φυσιολογικά κύτταρα στην κυκλοφορία. Όταν σημαντικός αριθμός φυσιολογικών ή παθολογικών κυττάρων προσδιοριστεί στη κυκλοφορία του αίματος τότε αυτό μπορεί να υποδεικνύει μια υποκείμενη παθολογική κατάσταση οπότε ο γιατρός θα ζητήσει περεταίρω εξετάσεις.
Πότε ζητείται;
Το επίχρισμα αίματος ζητείται κυρίως για την αξιολόγηση του πληθυσμού των κυττάρων του αίματος όταν η γενική αίματος πραγματοποιήθηκε σε αυτόματο αναλυτή και υποδηλώνεται η παρουσία μη φυσιολογικών και ανώριμων κυττάρων. Μπορεί επίσης να πραγματοποιηθεί όταν ο γιατρός υποψιασθεί μια ανεπάρκεια, μια ασθένεια, ή μια διαταραχή η οποία επηρεάζει την παραγωγή των κυττάρων του αίματος ή αυξάνει την καταστροφή αυτών, όπως αναιμία, μυελοϋπερπλαστική διαταραχή, διαταραχή του μυελού των οστών, ή λευχαιμία. Ενδείξεις και συμπτώματα που υποδεικνύουν κάποιες από αυτές τις διαταραχές του αίματος είναι:
- Αδυναμία, κόπωση.
- Χλωμή επιδερμίδα.
- Ανεξήγητος ίκτερος.
- Αιμορραγικά επεισόδια.
- Διόγκωση του σπλήνα.
- Πόνος στα οστά.
Ο γιατρός μπορεί να ζητήσει να γίνει εξέταση επιχρίσματος αίματος σε τακτά χρονικά διαστήματα όταν ένας ασθενής δέχεται θεραπεία ή παρακολουθείται για κάποια πάθηση των κυττάρων του αίματος.
Τι σημαίνει το αποτέλεσμα της εξέτασης?
Τα ευρήματα από την αξιολόγηση του επιχρίσματος αίματος δεν έχουν πάντα διαγνωστική αξία από μόνα τους αλλά συνήθως υποδηλώνουν την παρουσία μιας υποκείμενης νόσου, την σοβαρότητά αυτής, και την ανάγκη για περεταίρω διαγνωστικές εξετάσεις. Τα αποτελέσματα συνυπολογίζονται με αυτά της γενικής αίματος και άλλων εργαστηριακών εξετάσεων καθώς επίσης και με τις κλινικές ενδείξεις και τα συμπτώματα του ασθενούς.
Τα αποτελέσματα του επιχρίσματος του αίματος συνήθως περιλαμβάνουν μια περιγραφή της μορφής των RBC, των WBC, και των αιμοπεταλίων καθώς και οτιδήποτε μη φυσιολογικό που μπορεί να παρατηρηθεί στην αντικειμενοφόρο πλάκα.
RBC(Ερυθρά αιμοσφαίρια)
Τα φυσιολογικά, ώριμα ερυθροκύτταρα είναι ομοιόμορφα σε μέγεθος (7 μm) και δεν έχουν πυρήνα όπως η πλειοψηφία των κυττάρων Είναι στρογγυλά και πεπλατυσμένα σαν ντόνατς με μία βύθιση στο κέντρο αντί για τρύπα (αμφίκοιλο). Εξαιτίας της αιμοσφαιρίνης που περιέχουν χρωματίζονται από ροζ μέχρι κόκκινα με πιο χλωμό κέντρο (σε βαμμένο επίχρισμα). Όταν η εμφάνιση των RBC (μορφολογία RBC) είναι φυσιολογική, αναφέρεται συνήθως ως νορμόχρωμη και νορμοκυτταρική.
Καθώς κάθε RBC τέλειο, κάθε σημαντικός αριθμός κυττάρων που είναι διαφορετικός σε σχήμα ή μέγεθος μπορεί να υποδεικνύει την παρουσία μιας νόσου. Παραδείγματα παθολογικών καταστάσεων, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τα ερυθροκύτταρα είναι:
- Η αναιμία.
- Οι παραλλαγές της αιμοσφαιρίνης όπως η δρεπανοκυτταρική και η θαλασσαιμία.
- Οι μυελοϋπερπλαστικές διαταραχές.
- Οι διαταραχές στον μυελό των οστών.
Μπορεί να παρατηρηθούν μια ή περισσότερες ερυθροκυτταρικές ανωμαλίες στο επίχρισμα αίματος. Δύο τέτοια παραδείγματα είναι:
- Η ανισοκυττάρωση- ποικιλία μεγεθών των ερυθρών αιμοσφαιρίων μπορεί να υποδηλώνει αναιμία· RBC μικρότερα των 7 μm αναφέρονται ως μικροκύτταρα και RBC μεγαλύτερα των 7 μm ονομάζονται μακροκύτταρα.
- Η ποικιλοκυττάρωση- διάφορα σχήματα ερυθροκυττάρων· αυτό μπορεί να περιλαμβάνει εχινοκύτταρα, ακανθοκύτταρα, ελλειπτοκύτταρα, κερατοκύτταρα, rouleaux, δρεπανοκύτταρα, στοχοκύτταρα, δακρυοκύτταρα, και σχιστοκύτταρα.
WBC( Λευκά αιμοσφαίρια)
Ως μέρος της αξιολόγησης του επχρίσματος αίματος, πραγματοποιείται ο λεγόμενος λευκοκυτταρικός τύπος. Τυπικά, μετρώνται τουλάχιστον 100 WBC και κατηγοριοποιούνται ανάλογα με τον τύπο τους και υπολογίζεται το ποσοστό του κάθε τύπου. Επιπλέον, μελετώνται η μορφή (μορφολογία), το στάδιο της ωρίμανσης του κάθε WBC καθώς και ο πυρήνας των λευκών αιμοσφαιρίων που περιβάλλεται από κυτταρόπλασμα. Όλα τα WBC προέρχονται από αρχέγονα κύτταρα του μυελού των οστών εκεί όπου διαφοροποιούνται σε δύο κατηγορίες: τα μυελοκύτταρα και τα λεμφοκύτταρα και ωριμάζουν σε πέντε ξεχωριστές κατηγορίες.
Αυτά που περιέχουν κοκκία στο κυτταρόπλασμά τους ονομάζονται επίσης και κοκκιοκύτταρα και περιλαμβάνουν:
- Τα Ουδετερόφιλα (10-18 μm) είναι κύτταρα που έχουν κυτταρόπλασμα με ροζ ή μοβ κοκκία και αποτελούν την πλειοψηφία των WBC σε έναν υγιή ενήλικα. Επίσης συμβάλουν στην άμυνα έναντι των λοιμώξεων.
- Τα Ηωσινόφιλα (10-15 μm) είναι πιο εύκολα αναγνωρίσιμα σε βαμμένο επίχρισμα λόγω των μεγάλων, κόκκινο-πορτοκαλί κοκκίων τους. Γενικά είναι λίγα σε αριθμό (1-3%), και συχνότερα αυξάνονται σε αριθμό σε άτομα με αλλεργίες και παρασιτικές λοιμώξεις.
- Τα Βασεόφιλα (10-15 μm) έχουν μεγάλα, μαύρα κοκκία και είναι ο λιγότερο συχνά εμφανιζόμενος τύπος λευκοκυττάρων (1%).
Τα ακοκκιοκύτταρα περιλαμβάνουν:
- Τα Μονοκύτταρα είναι συνήθως τα μεγαλύτερα WBC (12-20 μm) και αναφέρονται συνήθως ως κύτταρα σαρωτές (φαγοκύτταρα). Ακόμη μπορούν να πέψουν σωματίδια όπως κυτταρικά υπολείμματα, βακτήρια ή άλλα αδιάλυτα σωματίδια.
- Τα Λεμφοκύτταρα είναι μικρότερα σε μέγεθος (10-12 μm) και έχουν ένα ομοιογενές κυτταρόπλασμα και έναν ομαλό και στρογγυλό πυρήνα. Ένα είδος λεμφοκυττάρων, τα Β-κύτταρα, είναι υπεύθυνα για την παραγωγή των αντισωμάτων (ανοσοσφαιρίνες).
Ο απόλυτος ή ο σχετικός αριθμός των WBC και η μορφή τους σε ένα επίχρισμα αίματος μπορεί να επηρεαστεί από αρκετές ασθένειες και παθολογικές καταστάσεις. Παραδείγματα τέτοιων παθολογικών καταστάσεων είναι:
- Οι λοιμώξεις και/ή οι φλεγμονές- μπορούν να αυξήσουν τον αριθμό κάποιου συγκεκριμένου τύπου WBC.
- Οι διαταραχές του μυελού των οστών- ανάλογα την παθολογική κατάσταση, μπορεί να αυξήσουν ή να μειώσουν τον απόλυτο και τον σχετικό αριθμό των WBC.
- Οι αλλεργίες- μπορούν να επηρεάσουν τον αριθμό των ηωσινόφιλων.
- Ο καρκίνος ή οι μυελουπερπλαστικές διαταραχές- ανώριμα WBC όπως βλάστες ανευρίσκονται στο επίχρισμα αίματος· οι βλάστες βρίσκονται συνήθως στον μυελό των οστών όπου τα WBC παράγονται και ωριμάζουν πριν βγουν στην κυκλοφορία. Αν βρεθούν βλάστες στο επίχρισμα αίματος, μπορεί να υποδεικνύουν μια σοβαρή πάθηση όπως μυελοϋπερπλαστική διαταραχή ή λευχαιμία.
Αιμοπετάλια
Αυτά είναι θραύσματα κυττάρων που προέρχονται από μεγάλα κύτταρα του μυελού των οστών που ονομάζονται μεγακαρυοκύτταρα. Μόλις απελευθερωθούν από τον μυελό των οστών, εμφανίζονται στο περιφερικό αίμα σαν θραύσματα. Όταν τραυματιστεί κάποιο αιμοφόρο αγγείο ή σε κάποια άλλη αιμορραγία, τα αιμοπετάλια ενεργοποιούνται και αρχίζουν να συγκολλούνται μεταξύ τους για να δημιουργήσουν συσσωματώματα, που αποτελούν την αρχή ενός θρόμβου αίματος. Πρέπει να υπάρχει ένας επαρκής αριθμός αιμοπεταλίων για να ελεγχθεί η αιμορραγία. Αν υπάρχουν πολύ λίγα, ή αν δεν λειτουργούν κατάλληλα, η δυνατότητα δημιουργίας θρόμβου μειώνεται και μπορεί η κατάσταση να εξελιχθεί εξαιρετικά επικίνδυνα για τη ζωή. Σε μερικούς ανθρώπους, παράγονται πολλά αιμοπετάλια, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της ροής του αίματος, αυξάνοντας την πιθανότητα δημιουργίας θρόμβου. Τα ίδια αυτά άτομα μπορεί να υποφέρουν από αιμορραγίες επειδή πολλά αυτά τα αιμοπετάλια μπορεί να είναι δυσλειτουργικά παρόλο που φαίνονται φυσιολογικά.
Η μέτρηση των αιμοπεταλίων είναι συνήθως τμήμα της γενικής αίματος. Ένας μη φυσιολογικά χαμηλός ή υψηλός αριθμός αιμοπεταλίων μπορεί να αξιολογηθεί περεταίρω ετοιμάζοντας ένα επίχρισμα περιφερικού αίματος για να παρατηρηθούν άμεσα οι τυχόν ανωμαλίες στο σχήμα ή στο μέγεθος τους. Για παράδειγμα, μεγάλα ή γιγαντιαία αιμοπετάλια μπορεί να παρατηρηθούν σε μυελοϋπερπλαστικές διαταραχές ή άνοσες θρομβοκυτταροπενίες, κατάστάσεις κατά τις οποίες το ανοσοποιητικό σύστημα παράγει αντισώματα που κατευθύνονται έναντι των αιμοπεταλίων.
Τι άλλο πρέπει να γνωρίζω?
Τα παθολογικά ευρήματα του επιχρίσματος μελετώνται από βιοπαθολόγο ή αιματολόγο ιατρό για περεταίρω έλεγχο και ερμηνεία. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, μπορούν να ζητηθούν επιπλέον εξετάσεις που αφορούν την αναρρόφηση και τη βιοψία του μυελού των οστών.
Παραδείγματα παθολογικών καταστάσεων που μπορεί να επηρεάσουν ή να ακυρώσουν τα αποτελέσματα του επιχρίσματος είναι:
- Η πρόσφατη μετάγγιση αίματος.
- Τα αυξημένα επίπεδα πρωτεΐνης.
Οι τιμές κυμαίνονται σε περιόδους ασθένειας ή άγχους· έντονης άσκησης ή καπνίσματοςμπορεί να επηρεάσει τις τιμές των μετρήσεων των κυττάρων.