Γονόρροια

Επίσης γνωστό ως: Έλεγχος GC
Επιστημονική ονομασία: Έλεγχος GC
Σχετικές εξετάσεις: Χλαμύδια

Πως χρησιμοποιείται;

Το τεστ γονόρροιας χρησιμοποιείται για:

· Διάγνωση της αιτίας των συμπτωμάτων.

·         Έλεγχο σεξουαλικά ενεργών ατόμων.

·         Αποδεικτικό στοιχείο στην περίπτωση που ένα άτομο έχει κακοποιηθεί σεξουαλικά.

Μια σαφής διάγνωση είναι σημαντική, γιατί τα συμπτώματα μπορεί να μοιάζουν κλινικά με αυτά των χλαμυδίων. Ωστόσο οι δύο νόσοι απαιτούν διαφορετική θεραπεία. Από τη στιγμή που και οι δύο νόσοι έχουν παρόμοια συμπτώματα, ο γιατρός ελέγχει τόσο η πιθανή ύπαρξη της Neisseriagonorrhoeaeόσο και της Chlamydia trachomatis.

Αρκετές μέθοδοι είναι διαθέσιμες, αλλά οι προτιμότερες είναι αυτές που βασίζονται σε μοριακούς ελέγχους, όπως ο έλεγχος ενίσχυσης νουκλεϊκού οξέος (NAAT), ο οποίος επιτρέπει τον έλεγχο από πληθώρα δειγμάτων συμπεριλαμβανομένων ενδοτραχηλικών, κολπικών, ουρηθρικών (στους άντρες), και ούρων (γυναίκες και άντρες). Ο NAAT αποτελεί πιο ευαίσθητη τεχνική για την ανίχνευση ναϊσσέριας (N. gonorrhoeae) σε σχέση με την καλλιέργεια.

Το CDC συστήνει τα θύματα σεξουαλικών επιθέσεων να ελέγχονται για C. trachomatis και για N. gonorrhoeae μέσω ελέγχου NAAT, έτσι ώστε να μπορούν να λάβουν θεραπεία, εάν έχουν μολυνθεί (τα δύο αυτά βακτήρια είναι τα πιο κοινά μεταδιδόμενα σε αυτές τις περιπτώσεις). Παρ’ όλα αυτά οι μοριακοί έλεγχοι δε θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να επιβεβαιώσουν εγκληματολογικές υποθέσεις (σεξουαλικές επιθέσεις).

Στους άντρες μία γρήγορη τεχνική είναι η ταυτοποίηση με χρώση Gram των βακτηρίων ουρηθρικού δείγματος με τη χρήση μικροσκοπίου. Όμως, ενώ αυτή η μέθοδος μπορεί να διαγνώσει τη γονόρροια, δεν επαρκεί για να αποκλείσει μόλυνση σε ασυμπτωματικούς άντρες. Επίσης, η μέθοδος αυτή δεν είναι αξιόπιστη στις γυναίκες.

Πότε ζητείται;

Ο γιατρός μπορεί να ζητήσει έλεγχο για γονόρροια εάν το άτομο συγκεκριμένα συμπτώματα, όπως αυξημένες κολπικές εκκρίσεις (στις γυναίκες), αιμορραγία σχετιζόμενη με σεξουαλική επαφή ή φλόγωση-πόνος κατά την ούρηση ή (στους άντρες) έκκριση πύου από το πέος, αίσθηση καύσου κατά την ούρηση ή πρωκτίτιδα (φλεγμονή στην πρωκτική περιοχή). Όμως, επειδή πολλοί προσβεβλημένοι άνθρωποι δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα, πολλοί οργανισμοί προτείνουν διάφορους σχετικούς ελέγχους.

Ο CDC, η Αμερικάνικη Ιατρική Ακαδημία και η Αμερικάνικη Ένωση Γυναικολόγων (ACOG) προτείνουν έλεγχο για γονόρροια στις σεξουαλικά ενεργές γυναίκες με αυξημένο κίνδυνο. Αυτό αφορά γυναίκες κάτω των 25 χρόνων και αυτές με νέους ή πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους. Ο CDC και ο ACOG συνιστούν ειδικότερα πρωκτικό έλεγχο.

Οι ίδιοι οργανισμοί δεν συνιστούν σχετικούς ελέγχους σε καθιερωμένες εξετάσεις ρουτίνας για σεξουαλικά ενεργούς ετερόφυλους άντρες. Είναι στην κρίση του γιατρού όμως να λάβει υπ’ όψιν του άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η επικράτηση αυτών των σεξουαλικών νοσημάτων στην κοινωνία. Ο CDC προτείνει οι ομοφυλόφιλοι άντρες να ελέγχονται για γονόρροια τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο.

Ένα άτομο βρίσκεται σε αυξημένο κίνδυνο για γονόρροια, εάν:

·         Είχε παλαιά τέτοια λοίμωξη.

·         Έχει άλλα αφροδίσια νοσήματα, κυρίως AIDS.

·         Έχει νέους ή πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους.

·         Δεν κάνει σωστή χρήση των προφυλακτικών.

·         Είναι εκδιδόμενο.

·         Κάνει χρήση παράνομων ναρκωτικών.

·         Άρχισε σε νεαρή ηλικία τη σεξουαλική δραστηριότητα.

·         Ζει σε σωφρονιστικό ίδρυμα.

·         Είναι ομοφυλόφιλος άντρας.

Για τις έγκυες γυναίκες ο CDC προτείνει έλεγχο στις γυναίκες που βρίσκονται σε σχετικό κίνδυνο κατά τον προγεννητικό έλεγχο. Γυναίκες που διαγιγνώσκονται με γονόρροια στο πρώτο 3μηνο της εγκυμοσύνης της θα πρέπει να επανελέγχονται μέσα σε 3-6 μήνες, κατά προτίμηση στο τρίτο 3μηνο.

Έλεγχος για χλαμύδια και για γονόρροια μπορεί να πραγματοποιηθεί όταν ένα νεογνό έχει συμπτώματα επιπεφυκίτιδας, όπως ερυθρότητα, οίδημα στο μάτι καθώς και καταρροή.

Τι σημαίνει το αποτέλεσμα;

Το θετικό αποτέλεσμα δείχνει ενεργή λοίμωξη και συνεπώς απαιτείται θεραπεία με διάφορα αντιβιοτικά.

To αρνητικό αποτέλεσμα σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ευρήματα της λοίμωξης κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Είναι σημαντικό τα άτομα που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο γι’ αυτή τη λοίμωξη να ελέγχονται για πιθανή έκθεση σε τακτική βάση.

 Εάν έχετε προσβληθεί, ο/οι σύντροφος/οι θα πρέπει επίσης να ελεγχθούν και να λάβουν θεραπεία.

Υπάρχει κάτι άλλο που πρέπει να ξέρω;

Εάν έχετε προσβληθεί, ο κίνδυνος μόλυνσης από άλλες σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες, όπως ο HIV, αυξάνεται.

Ο Αμερικανικός Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (FDA) έχει εγκρίνει δοκιμασίες μοριακών ελέγχων μόνο με τη χρήση δείγματος ούρων ή δείγματος από τη γεννητική περιοχή όπως ο κόλπος και το πέος. Ο FDA δε συστήνει τέτοιους ελέγχους με τη χρήση δείγματος από το μάτι, το φάρυγγα ή τον πρωκτό. Μεμονωμένα εργαστήρια μπορούν να εκτελούν μοριακές δοκιμές στα δείγματα αυτά, αλλά είναι υποχρεωμένα να επικυρώνουν τα ίδια τα εργαστήρια τις μεθόδους που χρησιμοποιούν.


Τροποποιήθηκε τελευταία φορά30.07.2014