HIV
Τι είναι ο HIV;
HIV (human immunodeficiency virus- ιός ανοσοανεπάρκειας του ανθρώπου) καλείται ο ιός που προκαλεί το σύνδρομο επίκτητης ανοσοανεπάρκειας (acquired immunodeficiency syndrome, AIDS). Ο HIV σκοτώνει ή προκαλεί ζημιά στα κύτταρα του ανοσιακού συστήματος του οργανισμού σου, με συνέπεια να καταστρέφει προοδευτικά την ικανότητα του οργανισμού σου να καταπολεμά-να αντιμετωπίζει λοιμώξεις και ορισμένους τύπος καρκίνων. Άτομα που έχουν διαγνωστεί με AIDS μπορεί να κινδυνεύουν από νοσήματα που απειλούν τη ζωή και ονομάζονται ευκαιριακές λοιμώξεις, που προκαλούνται από μικρόβια, όπως ιούς, βακτήρια ή μύκητες. Οι λοιμώξεις αυτές, δεν προκαλούν νόσο στα υγιή άτομα. Επίσης, τα άτομα με HIV/AIDS παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης ορισμένων τύπων καρκίνων, νευρολογικών και άλλων διαταραχών.
Στις ΗΠΑ, έχουν αναφερθεί περισσότερες από 980,000 περιπτώσεις AIDS στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention, CDC), στο διάστημα μεταξύ 1981 (που καταγράφηκε η πρώτη περίπτωση) και 2006. Το CDC εκτιμά ότι περισσότερα από ένα εκατομμύριο άτομα μπορεί να έχουν μολυνθεί από τον HIV στην Αμερική και τα 250,000 από τα άτομα αυτά μπορεί να μη ξέρουν ότι έχουν μολυνθεί με συνέπεια-αποτέλεσμα να μπορούν να μεταδώσουν τον ιό και σε άλλους.
Πότε αναπτύσσεται το AIDS?
Ο όρος AIDS αναφέρεται στα πιο προχωρημένα στάδια της HIV λοίμωξης. Σύμφωνα με το CDC, το AIDS διαγιγνώσκεται όταν ο αριθμός των CD4 T-κυττάρων σου πέσει κάτω από 200 ή όταν έχεις HIV και ένα νόσημα που συσχετίζεται με AIDS, όπως είναι η φυματίωση ή η πνευμονία που προκαλείται από το μικροοργανισμό Pneumocystisjirovecii (carinii). Στα άτομα με AIDS, οι ευκαιριακές λοιμώξεις είναι συχνά σοβαρές και σε ορισιμένες περιπτώσεις θανατηφόρες διότι το ανοσιακό σύστημα έχει καταστραφεί από τον HIV σε τέτοιο βαθμό που ο οργανισμός δεν μπορεί να καταπολεμήσει ορισιμένα βακτήρια, ιούς, μύκητες και παράσιτα.
Οι ευκαιριακές λοιμώξεις συχνά εμφανίζουν τα εξής συμπτώματα στους ασθενείς με AIDS:
- Βήχα και δυσκολία στην αναπνοή
- Σπασμούς και απώλεια συντονισμού
- Δυσκολία ή πόνο στην κατάποση
- Νοητικές διαταραχές όπως σύγχυση και απώλεια μνήμης
- Σοβαρή και επίμονη διάρροια
- Πυρετό
- Απώλεια όρασης
- Ναυτία, κοιλιακές κράμπες και εμετούς
- Απώλεια βάρους και μεγάλη κόπωση
- Σοβαρούς πονοκεφάλους
- Κώμα
Πως μεταδίδεται ο HIV;
Ο HIV μεταδίδεται συχνότερα με τούς εξής τρόπους:
- Με σεξουαλική επαφή με μολυσμένο σύντροφο. Ο ιός μπορεί να εισέλθει στον οργανισμό μέσω του βλεννογόνου του κόλπου, αιδοίου, πέους, πρωκτού, ή του στόματος κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής.
- Μέσω επαφής με μολυσμένο αίμα. Πριν τον έλεγχο του αίματος για HIV λοίμωξη και πριν την εισαγωγή τεχνικών με θέρμανση για την καταστροφή του HIV στα παράγωγα αίματος, όπως ο παράγοντας 8 και η αλβουμίνη, ο HIV μεταδιδόταν μέσω μετάγγισης μολυσμένου αίματος ή συστατικών αίματος. Σήμερα, λόγω του ελέγχου του αίματος και της επεξεργασίας με θέρμανση των παραγώγων αίματος, ο κίνδυνος μόλυνσης με HIV από αυτού του είδους μετάγγιση είναι εξαιρετικά μικρός.
- Με τη χρήση χρησιμοποιημένων βελονών ή συριγγών (όπως στην ενδοφλέβια έγχυση ναρκωτικού), που μπορεί να είναι μολυσμένες με πολύ μικρές ποσότητες αίματος από κάποιο άτομο μολυσμένο με τον ιό. Ωστόσο, είναι σπάνιο για έναν ασθενή να μεταδώσει τον HIV σε εργαζόμενο στο χώρο της υγείας ή αντίστροφα λόγω ατυχήματος με μολυσμένες βελόνες ή άλλα ιατρικά όργανα.
- Κατά τη διάρκεια κύησης ή γέννησης. Περίπου το ένα τέταρτο προς ένα τρίτο όλων των μολυσμένων με ΗΙV εγκύων και δεν έχουν λάβει θεραπεία, θα μεταδώσουν στα βρέφη τους τον ιό. Επίσης, ο HIV μπορεί να μεταδοθεί στα βρέφη και μέσω του θηλασμού από μητέρες μολυσμένες με τον ιό. Αν η μητέρα, κατά τη διάρκεια της κύησης, υποβληθεί σε θεραπεία με AZT, μπορεί να μειώσει σημαντικά τις πιθανότητες να μολυνθεί το βρέφος της με τον HIV. Αν οι ιατροί χορηγήσουν στη μητέρα AZT και το βρέφος γεννηθεί με καισαρική τομή, οι πιθανότητες μόλυνσης του βρέφους μιεώνονται σε ποσοστό ένα τοις εκατό.
- Ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα όπως η σύφιλη, ο έρπης των γενετικών οργάνων, τα χλαμύδια, η γονόρροια, ή η βακτηριακή κολπίτιδα, φαίνεται ότι αυξάνει τον κίνδυνο μόλυνσης μέσω σεξουαλικής επαφής με μολυσμένους συντρόφους.
Τροποποιήθηκε τελευταία φορά 15.10.2009