Τι προσδιορίζεται;
Η ερυθρά είναι ένας ιός που προκαλεί λοίμωξη η οποία είναι συνήθως ήπια και χαρακτηρίζεται από πυρετό και εξάνθημα τα οποία διαρκούν περίπου από 2 έως 3 ημέρες. Η λοίμωξη είναι πολύ μεταδοτική αλλά μπορεί να προληφθεί με τη χορήγηση εμβολίου. Αυτή η εξέταση ανιχνεύει και μετράει αντισώματα έναντι της ερυθράς στο αίμα τα οποία παράγονται από το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού ως απόκριση σε λοίμωξη από τον ιό της ερυθράς.
Υπάρχουν δύο τύποι αντισωμάτων έναντι της ερυθράς: οι ανοσοσφαιρίνες IgMκαι οι ανοσοσφαιρίνες IgG. Ο πρώτος τύπος που εμφανίζεται στο αίμα μετά από έκθεση του οργανισμού στον ιό είναι οι ανοσοσφαιρίνες IgM. Τα επίπεδα αυτής της πρωτεΐνης αυξάνονται και φτάνουν στο μέγιστο επίπεδο στο αίμα μέσα σε 7 με 10 ημέρες μετά τη λοίμωξη και έπειτα μειώνεται μέσα στις επόμενες εβδομάδες, εκτός από την περίπτωση προσβαλλόμενου νεογέννητου, όπου μπορεί να ανιχνεύεται για αρκετούς μήνες έως και ένα χρόνο. Οι ανοσοσφαιρίνες IgGκαθυστερούν περισσότερο να εμφανισθούν από τις ανοσοσφαιρίνες IgM, αλλά μόλις κάνουν την εμφάνισή τους, παραμένουν στην κυκλοφορία του αίματος εφ’ όρου ζωής, προσφέροντας προστασία έναντι ενδεχόμενης δεύτερης λοίμωξης. Η παρουσία των ανοσοσφαιρινών IgMστο αίμα υποδηλώνει μια πρόσφατη λοίμωξη ενώ η παρουσία των ανοσοσφαιρινών IgGμπορεί να υποδηλώνει είτε πρόσφατη λοίμωξη είτε παλαιότερη λοίμωξη από ερυθρά είτε ότι έχει γίνει εμβόλιο κατά της ερυθράς (κοινό εμβόλιο κατά της ιλαράς, της παρωτίτιδας και της ερυθράς) και παρέχεται πλέον επαρκή προστασία.
Ο ιός της ερυθράς γενικά προκαλεί μια ήπια λοίμωξη με χαρακτηριστικό της ένα λεπτό κόκκινο εξάνθημα το οποίο εμφανίζεται στο πρόσωπο και στο λαιμό και ύστερα επεκτείνεται στον κορμό και στα πλευρά πριν εξαφανισθεί μερικές ημέρες αργότερα. Ο ιός περνάει μέσα από τις ρινικές και φαρυγγολαρυγγικές εκκρίσεις και μπορεί να προκαλέσει διάφορα συμπτώματα όπως πυρετό, διευρυμένους λεμφικούς κόμβους, καταρροή, ερεθισμένα μάτια και πόνο στις αρθρώσεις. Τα συμπτώματα μπορεί να είναι τόσο αμυδρά, ειδικά στα παιδιά, ώστε να μην έχει αντιληφθεί κανείς ότι προέρχονται από μία ιική νόσο. Στους περισσότερους ανθρώπους, η ερυθρά υποχωρεί μέσα σε 2 ημέρες χωρίς κάποια ειδική φαρμακευτική αγωγή και δεν προκαλεί περαιτέρω διαταραχές στην υγεία.
Η μεγάλη ανησυχία για τον ιό της ερυθράς αφορά την περίπτωση που μια έγκυος γυναίκα προσβληθεί για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των 3 πρώτων μηνών της εγκυμοσύνης της. Το αναπτυσσόμενο έμβρυο είναι πολύ ευάλωτο στον ιό αυτή την περίοδο και, αν περάσει στο έμβρυο από την μητέρα, μπορεί να προκαλέσει αποβολή, θνησιγένεια, και/ή εκ γενετής σύνδρομο της ερυθράς (CRS), μια ομάδα σοβαρών επιπλοκών κατά τη γέννηση οι οποίες θα επηρεάσουν μόνιμα το παιδί. Το CRSμπορεί να προκαλέσει καθυστερημένη ανάπτυξη, νοητική υστέρηση, κώφωση, καταρράκτη, ένα αφύσικα μικρό κεφάλι, ηπατικές διαταραχές και καρδιακές δυσλειτουργίες.
Εξαιτίας των σοβαρών συνεπειών για τα αναπτυσσόμενα έμβρυα, μια μεγάλη εκστρατεία έχει ξεκινήσει από το 1969 για να ανοσοποιήσει όλα τα παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες και για να εξαλείψει την μόλυνση από τον ιό της ερυθράς, πρώτα στις Η.Π.Α. και ύστερα σε όλο τον κόσμο. Προγενέστερα αυτής της περιόδου, οι λοιμώξεις της ερυθράς προκαλούσαν κυκλικά ξεσπάσματα που διαρκούσαν αρκετά χρόνια. Σύμφωνα με το Κέντρο για τον Έλεγχο και για την Πρόληψη των Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), κατά τη διάρκεια μια επιδημίας ερυθράς το διάστημα 1962-1965, 12,5 εκατομμύρια κρούσματα ερυθράς εμφανίστηκαν στις Η.Π.Α. και 20.000 βρέφη γεννήθηκαν με CRS. Μετά τη μεγάλη εκστρατεία εμβολιασμών, υπήρχε δραστική μείωση αυτών των αριθμών. Οι τελευταίες στατιστικές από το CDC, για το 2008, δείχνουν ότι υπήρξαν μόνο 16 περιπτώσεις ερυθράς καταγεγραμμένες στις Η.Π.Α. Από το 2001, λιγότερες από 25 περιπτώσεις αναφέρονται κάθε χρόνο. Το CDCτώρα δηλώνει πώς η ενδημική ερυθρά έχει σχεδόν εξαλειφθεί από τις Η.Π.Α., παρ’ όλα αυτά όμως η μείωση αυτή συνεχίζει να παρακολουθείται. Ο κόσμος όμως δεν πρέπει να επαναπαυθεί με αυτή τη μείωση και το CDCεφιστά την προσοχή στους γονείς να συνεχίσουν να εμβολιάζουν τα παιδιά τους. Όποιος δεν έχει εμβολιασθεί στην παιδική ηλικία (ελάχιστοι πλέον) ίσως να είναι επιρρεπείς σε λοίμωξη από ερυθρά.
Οι έγκυες γυναίκες και οι γυναίκες που σκέπτονται να μείνουν έγκυες πρέπει να εξακολουθούν να ελέγχονται τακτικά για αντισώματα έναντι της ερυθράς ώστε να εξασφαλίσουν ότι έχουν ικανοποιητικά επίπεδα για ανοσία.
Πώς συλλέγεται το δείγμα για την εξέταση;
Δείγμα αίματος προερχόμενο από φλέβα στο βραχίονα ενός ενήλικα ή αίμα προερχόμενο από την κορυφή της φτέρνας ή από τον ομφάλιο λώρο ενός νεογέννητου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Εάν η πραγματοποίηση ιατρικών εξετάσεων προκαλεί σε εσάς ή σε κάποιον που βρίσκεται υπό την φροντίδα σας άγχος, ντροπή, ή ακόμα και δυσκολία στην αντιμετώπιση της κατάστασης, ίσως να ήταν ευεργετικό για σας να διαβάσετε ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα άρθρα: Αντιμετωπίζοντας τον Πόνο, την Δυσφορία και το Άγχος των Ιατρικών Εξετάσεων, Συμβουλές για τις Αιματολογικές Εξετάσεις, Συμβουλές για να Βοηθήσετε τα Παιδιά κατά τη διάρκεια των Ιατρικών τους Εξετάσεων, και Συμβουλές για να Βοηθήσετε τους Ηλικιωμένους κατά τη διάρκεια των Ιατρικών τους Εξετάσεων.
Ένα άλλο άρθρο, Ακολουθείστε αυτό το Δείγμα, προσφέρει μια γρήγορη ματιά στη συλλογή και την επεξεργασία ενός δείγματος αίματος και μιας φαρυγγικής καλλιέργειας.
Απαιτείται κάποια προετοιμασία για την εξέταση για να διασφαλισθεί η ποιότητα του δείγματος;
Δεν απαιτείται κάποια προετοιμασία για την εξέταση.