Μεταβολικό Σύνδρομο
Εξετάσεις
Ο γιατρός μπορεί να υποψιαστεί ότι ένα άτομο έχει μεταβολικό σύνδρομο όταν εμφανίζει κεντρική/κοιλιακή παχυσαρκία και καθιστική ζωή αλλά και οι εργαστηριακές καθώς και οι μη εργαστηριακές εξετάσεις προσφέρουν αρκετές σχετικές ενδείξεις.
Οι εξετάσεις που συνίστανται περιλαμβάνουν:
Εργαστηριακές εξετάσεις
· Γλυκόζη. Συνήθως πραγματοποιείται μια εξέταση γλυκόζης υπό νηστεία, αλλά, σε ορισμένες περιπτώσεις, ο γιατρός μπορεί επίσης να ζητήσει και άλλη μια εξέταση γλυκόζης (μετά το γεύμα) ή GTT(δοκιμασία ανοχής της γλυκόζης – πολλές από τις εξετάσεις γλυκόζης που πραγματοποιήθηκαν πριν και μετά από κάποια χρονικά διαστήματα, παρατηρήθηκε πως τα επίπεδα της γλυκόζης άλλαζαν). Ο στόχος του ελέγχου των επιπέδων της γλυκόζης, έγκειται στο εάν ένα άτομο έχει κάποια διαταραχή ανταπόκρισης της γλυκόζης, με αποτέλεσμα τις αυξημένες συγκεντρώσεις γλυκόζης στο αίμα.
· Λιπιδαιμικό προφίλ. Μέτρηση των επιπέδων της HDL, της LDL, των τριγλυκεριδίων και της VLDL. Αν τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων είναι πολύ αυξημένα, τότε μπορεί να ζητηθεί η άμεση μέτρηση της LDL(DLDL).
Υπάρχουν όμως και άλλες εργαστηριακές εξετάσεις που αν και δεν συνίστανται για τη διάγνωση του μεταβολικού συνδρόμου ζητούνται αρκετές φορές από τους γιατρούς. Αυτές είναι:
· C-πεπτίδιο. Aξιόπιστος δείκτης της ενδογενούς (δηλαδή του ίδιου του ατόμου) παραγωγής ινσουλίνης.
· Μικροαλβουμίνη. Το θετικό αποτέλεσμα αποτελεί ένδειξη νεφρικής νόσου. Η εξέταση χρησιμοποιείται επίσης για την παρακολούθηση των διαβητικών ατόμων και συνιστάται σύμφωνα με τα κριτήρια της WHO.
· hs-CRP. Προσδιορίζει τα χαμηλά επίπεδα φλεγμονής που χαρακτηρίζουν τον καρδιακό κίνδυνο.
· sdLDL. Η μέτρηση του αριθμού των μικρών πυκνών λιποπρωτεινών χαμηλής πυκνότητας που έχει ο οργανισμός. Όταν το LDLποικίλλει σε μέγεθος και συγκεκριμένα σε μικρότερα και πυκνότερα μόρια, τα οποία σχηματίζονται όταν υπάρχουν αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων και VLD. Τότε πιστεύεται ότι η αθηροσκλήρωση είναι πιο επιθετική. Αυτή η εξέταση είναι τώρα διαθέσιμη στο εμπόριο, αλλά δεν πραγματοποιείται από πολλά εργαστήρια και δεν χρησιμοποιείται συχνά. Η τελική κλινική χρησιμότητα της δεν έχει ακόμη αποδειχθεί. Μπορεί να εκτιμηθεί και από τα κλάσματα των απολιποπρωτεϊνών.
Ινσουλίνη. Oπροσδιορισμός της ινσουλίνης νηστείας θεωρείται έχει μεγάλη διακύμανση οπότε δεν είναι πολύ χρήσιμος στη διάγνωση του μεταβολικού συνδρόμου. Παρόλα αυτά η τιμή της ινσουλίνης είναι αυξημένη είναι αυξημένη στα άτομα που πάσχουν από αυτό.
Εξετάσεις των οποίων η κλινική χρησιμότητα διερευνάται είναι ο αναστολέας του ενεργοποιητή του πλασμινογόνου-1 (ΡΑΙ-1) και η προϊνσουλίνη.
Μη Εργαστηριακές εξετάσεις
· Πίεση του αίματος. Για τον έλεγχο της υπέρτασης.
· Βάρος και περίμετρος μέσης. Για την τεκμηρίωση της κοιλιακής παχυσαρκίας.
· ΒΜΙ (Δείκτης Μάζας Σώματος).Πρόκειται για μία εναλλακτική μέτρηση της παχυσαρκίας η οποία χρησιμοποιείται από πολλούς γιατρούς. Υπολογίζεται από τον τύπο:
(βάρος σε κιλά) / (ύψος σε μέτρα εις το τετράγωνο). Για παράδειγμα: (68 kg) / (1,7mX1,7 m) = 23,5 kg/m2 ΔΜΣ. Ένας ενήλικας με ΔΜΣ μεγαλύτερο από 30 θεωρείται παχύσαρκος. Ωστόσο ο υπολογισμός αυτός δεν περιγράφει που βρίσκεται το υπερβολικό βάρος στο σώμα.