Εξετάσεις

Δεν υπάρχει δοκιμασία που να ανιχνεύει άμεσα την ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη. Αντιθέτως, ένας επαγγελματίας υγείας θα ελέγξει τη συνολική κλινική εικόνα του ατόμου και μπορεί να υποψιαστεί ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη αν το άτομο έχει αυξημένα επίπεδα γλυκόζης, αυξημένα επίπεδα τριγλυκεριδίων και LDLχοληστερόλης και μειωμένες συγκεντρώσεις της HDLχοληστερόλης.

Οι εργαστηριακές εξετάσεις που ζητούνται συχνότερα είναι οι ακόλουθες:

· Γλυκόζη. Αυτή συνήθως εκτελείται μετά από νηστεία, αλλά σε μερικές περιπτώσεις, ο γιατρός μπορεί να ζητήσει GTT(δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη δηλαδή, διαδοχικές μετρήσεις γλυκόζης που γίνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα). Ο σκοπός του προσδιορισμού της γλυκόζης είναι να διευκρινιστεί αν ο ασθενής έχει μειωμένη ανταπόκριση στη γλυκόζη.

·         A1c. Αυτή η εξέταση αντικατοπτρίζει τα μέσα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους τελευταίους 3 μήνες, μετρώντας το ποσοστό της αιμοσφαιρίνης που έχει γλυκοζυλιωθεί, ή δεσμευτεί με τη γλυκόζη στην κυκλοφορία του αίματος. Καλείται επίσης αιμοσφαιρίνη A1c, HbA1cή δοκιμασία γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης.

·         Προφίλ λιπιδίων. Αυτό αφορά την HDL, την LDL, τα τριγλυκερίδια- και την ολική χοληστερόλη. Αν τα τριγλυκερίδια είναι πολύ αυξημένα, μπορεί να χρειαστεί να γίνει προσδιορισμός της DLDL(άμεση μέτρηση του LDL).

·         Ένας από τους πιο κοινούς τρόπους για την ανίχνευση της ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη είναι το ομοιοστατικό μοντέλο αξιολόγησης (HOMA). Αυτό περιλαμβάνει τη μέτρηση των επιπέδων γλυκόζης και ινσουλίνης και έναν μαθηματικό τύπο που εκτιμά τη λειτουργία των βήτα κυττάρων του παγκρέατος, που παράγουν ινσουλίνη καθώς και την ευαισθησία στην ινσουλίνη.

Άλλες εργαστηριακές δοκιμασίες που μπορεί να ζητηθούν για να βοηθήσουν στην αξιολόγηση της ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη και να παρέχουν επιπλέον πληροφορίες είναι οι ακόλουθες:

·         Ινσουλίνη. Αν και τα επίπεδα ινσουλίνης σε νηστεία μεταβάλλονται συνεχώς, τα επίπεδα της ινσουλίνης είναι συνήθως αυξημένα σε ασθενείς με σημαντική ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη.

·         hs-CRP. Πρόκειται για τη μέτρηση χαμηλών επιπέδων φλεγμονής που μπορεί να γίνει ως μέρος εκτίμησης του καρδιακού κινδύνου. Αυξάνεται στην ανθεκτικότητα σε ινσουλίνη.

·         LDL-P. Πρόκειται για τη μέτρηση  των διαφόρων τύπων της λιποπρωτεΐνης χαμηλής πυκνότητας χρησιμοποιώντας μια δοκιμασία υποκλασμάτωσης της λιποπρωτεΐνης. Θεωρείται ότι ο μεγάλος αριθμός μικρών, πυκνών LDLμορίων σχετίζεται περισσότερο με μεγάλο κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο σε σχέση με μεγάλα, ελαφριά μόρια.

·         Δοκιμασία ανθεκτικότητας στην ινσουλίνη (ITT). Αυτή η δοκιμασία δε χρησιμοποιείται ευρέως αλλά είναι μια μέθοδος για τον προσδιορισμό της ευαισθησίας στην ινσουλίνη (ή της ανθεκτικότητας), κυρίως σε παχύσαρκα άτομα και αυτούς που έχουν PCOS. Η δοκιμασία περιλαμβάνει την ενδοφλέβια ένεση ινσουλίνης και στη συνέχεια διαδοχικές μετρήσεις επιπέδων γλυκόζης και ινσουλίνης.

·         Δείκτης ελέγχου ποσοτικής ευαισθησίας στην ινσουλίνη (QUICKI). Υπολογίζεται με ένα μαθηματικό τύπο που βασίζεται σε μία μαθηματική εξίσωση βασισμένη σε αιματολογικές εξετάσεις γλυκόζης και ινσουλίνης. Η ανθεκτικότητα στην ινσουλίνη διαγιγνώσκεται βάσει του πού βρίσκεται η υπολογιζόμενη τιμή του δείκτη QUICKI.

Για ερευνητικούς λόγους μπορεί να γίνουν ειδικές εξετάσεις καταστολής της ινσουλίνης, γίνονται όμως σπάνια σε κλινικό περιβάλλον.

next [el-GR]previous [el-GR]
Τροποποιήθηκε τελευταία φορά 17.02.2014