Εξετάσεις


 


Τα επίπεδα σακχάρου (σάκχαρο αίματος) είναι η πιο σημαντική εξέταση για ένα διαβητικό. Τα επίπεδα του σακχάρου νηστείας χρησιμοποιείται για τον προληπτικό έλεγχο και την διάγνωση διαβήτη και προ-διαβήτη. Το σάκχαρο συνήθως προσδιορίζεται στα πλαίσια γενικών εξετάσεων, ή όταν κάποιος έχει συμπτώματα που πιθανόν υποδεικνύουν διαβήτη και οπωσδήποτε αν ένας ασθενής παρουσιαστεί στο Τμήμα Επειγόντων σε οξεία κατάσταση.
 
Σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Διαβήτη ο προσδιορισμός σακχάρου νηστείας (περίπου 8 ώρες νηστείας) ή η καμπύλη σακχάρου μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την διάγνωση διαβήτη ή προ-διαβήτη, αλλά συνιστάται ο προσδιορισμός σακχάρου νηστείας επειδή είναι πιο εύκολος, ταχύτερος και λιγότερο ακριβός. Για τον προσδιορισμό καμπύλης σακχάρου προσδιορίζεται σάκχαρο νηστείας, μετά ο ασθενής λαμβάνει μία συγκεκριμένη ποσότητα σακχάρου και ακολουθεί προσδιορισμός σακχάρου 2 ώρες μετά. Εάν τα επίπεδα δεν είναι φυσιολογικά, οποιαδήποτε από τις δύο εξετάσεις μπορεί να επαναληφθεί μία άλλη ημέρα για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση διαβήτη. 
 
Συνήθως ελέγχονται τυχαία δείγματα ούρων για σάκχαρο, πρωτεΐνες και κετόνες κατά την διάρκεια γενικών εξετάσεων, με εμβάπτιση ειδικής ταινίας στα ούρα.  Αν ανιχνευτούν σάκχαρο, πρωτεΐνες ή κετόνες ο ασθενής έχει κάποιο πρόβλημα και πρέπει να ελεγχθεί περαιτέρω. Αυτός είναι ένας χρήσιμος τρόπος μαζικού ελέγχου, αλλά δεν έχει την απαιτούμενη ευαισθησία για να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση της πορείας της νόσου.
 
Οι διαβητικοί πρέπει να παρακολουθούν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους, συχνά πολλές φορές την ημέρα, ώστε να τροποποιούν ανάλογα την φαρμακευτική τους αγωγή, σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού τους. Αυτό γίνεται συνήθως με μία σταγόνα αίματος (που λαμβάνεται τρυπώντας το δέρμα με τη βελόνα μίας ειδικής συσκευής), και με τη χρήση ενός γλυκοζόμετρου, μίας μικρής συσκευής που χρησιμοποιεί ταινία μέτρησης σακχάρου.
 
Η A1c (ονομάζεται επίσης αιμοσφαιρίνη A1c ή γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη) είναι μία εξέταση που γίνεται αρκετές φορές το χρόνο για την παρακολούθηση της υγείας ασθενών με διαβήτη τύπου 1 ή 2. Αποτελεί μέτρο της μέσης ποσότητας σακχάρου στο αίμα κατά τους τελευταίους 2-3 μήνες και βοηθά τον ιατρό να προσδιορίσει πόσο αποδοτικό είναι το θεραπευτικό σχήμα για τον έλεγχο των επιπέδων σακχάρου του ασθενή στο χρόνο που προηγήθηκε τυης εξέτασης. 
 
Η Μικροαλβουμίνη, που συχνά ζητείται ως λόγος μικροαλβουμίνης/κρεατινίνης, είναι μία εξέταση που προσδιορίζει πολύ μικρές ποσότητες πρωτεϊνών στα ούρα (μικροαλβουμινουρία). Αυτό είναι ένα σύμπτωμα πολύ πρώιμων σταδίων νεφρικής νόσου. Η Μικροαλβουμίνη συνήθως προσδιορίζεται μία φορά τον χρόνο που προηγήθηκε της εξέτασης.
 
Εξετάσεις κετόνης στα ούρα ή και στον ορό μπορεί να ζητηθούν για την παρακολούθηση της υγείας ασθενών που παρουσιάζονται στα τμήματα επειγόντων περιστατικών με συμπτώματα οξείας υπεργλυκαιμίας και για την παρακολούθηση της υγείας ασθενών που νοσηλεύονται με κετο-οξέωση. Συσσώρευση κετονών παρατηρείται μόλις εμφανιστεί μείωση της αποτελεσματικότητας της ινσουλίνης στο σώμα.
 
Πολλές άλλες εξετάσεις μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση της υγείας ασθενών με διαβήτη, για την αξιολόγηση της λειτουργίας οργάνων και την ανίχνευση επερχόμενων επιπλοκών. Αυτές περιλαμβάνουν:

Για την παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας:
Κάθαρση κρεατινίνης,Ταχύτητα Σπειραματικής Διήθησης (GFR), Ουρία,Κρεατινίνη,Κυστατίνη C κ.α.
 
Για την παρακολούθηση της χοληστερόλης και άλλων λιπιδίων:
Χοληστερόλη, Χοληστερόλη LDL,Χοληστερόλη HDL, Τριγλυκερίδια, Λιπιδικό προφίλ.
 
Για την παρακολούθηση της παραγωγής ινσουλίνης:
Ινσουλίνη, C-Πεπτίδιο. 
  
next [el-GR]previous [el-GR]
Τροποποιήθηκε τελευταία φορά 01.12.2008