Εξετάσεις για αλκοολισμό

Υπάρχουν εργαστηριακές εξετάσειςπου μπορούν να βοηθήσουν στη διάγνωση του αλκοολισμού, αλλά καμία εξέταση ή συνδυασμός αυτών δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι ιδανική για τον προσυμπτωματικό έλεγχο ή την διάγνωση.

Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένες εξετάσεις που είναι χρήσιμες στην αξιολόγηση των αλκοολικών:

Έλλειψη της υδατανθρακτικής μορφή της τρασφερρίνης  (CDT). Πρόκειτα για το μόριο που εμπλέκεται στην μεταφορά του σιδήρου στο αίμα. Η CDT είναι αυξημένη στο αίμα των αλκοολικών, αλλά αυξημένα επίπεδα της μπορούν επίσης να βρεθούν και σε λήθος άλλων ιατρικών παθήσεων. Δεν είναι χρήσιμη ως δοκιμασία προσυμπτωματικού ελέγχου για κατάχρηση αλκοόλ, αλλά μπορεί να είναι χρήσιμη στον εντοπισμό εκείνων που έχουν υποτροπιάσει.

Γαμμα-γλουταμυλ-τρανσφεράση (GGT). Είναι ένζυμο του ήπατος που αυξάνεται από τη μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ καθώς και από άλλες μορφές ηπατικής νόσου.

Μέσος όγκος ερυθρών (MCV) είναι μία μέτρηση του μεγέθους των ερυθροκυττάρων του αίματος, η οποία αυξάνεται από την παρατεταμένη κατανάλωση.

Το αποτέλεσματης GGT είναι πιο χρήσιμο από το αποτέλεσμα του MCV ως εύρημα ότι το άτομο πίνει παραπάνω από το κανονικό. Και οι δύο όμως εξετάσεις είναι σχετικά αναξιόπιστες για τον προσυμπτωματικό έλεγχο ή ακόμα και για τη διάγνωση επειδή υπάρχουν κι άλλες παθήσεις εκτός από την κατάχρηση αλκοόλ ή τον αλκοολισμό που μπορεί να οδηγήσουν σε υψηλά επίπεδα της GGT.

Η σωματική εξέταση μπορεί να αποκαλύψει επίσης σημάδια ενδεικτικά του αλκοολισμού, όπως οι τραυματισμοί, ένα ορατό δίκτυο διευρυμένων φλεβών κάτω από το δέρμα γύρω από τον ομφαλό (που ονομάζεται ΜΕΔΟΥΣΑ), υγρό στην κοιλιά (ασκίτης), κιτρινωπή απόχρωση στο δέρμα, μειωμένο μέγεθος των όρχεων στους άνδρες και κακή διατροφική κατάσταση.

next [el-GR]previous [el-GR]
Τροποποιήθηκε τελευταία φορά 17.02.2014